Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 23 Απριλίου 2013

mousikorama-ero-004 To  Σάββατο που μας πέρασε , είχα την τύχη να παρακολουθήσω στο Κελάρι του Ωδείου Athenaeum την παράσταση της Ηρώς «Μόνο Εμείς», όπερ μεθερμηνευόμενο η μουσικός-ερμηνεύτρια και το πιάνο, λιτά και απέριττα. Θαύμασα όχι μόνο την τεχνική αρτιότητα και την ερμηνεία αλλά και τη δύναμη της να καθηλώνει τους θεατές, για πάνω από δυόμισι ώρες καθιστή, στο πιάνο, χωρίς show κι εντυπωσιασμούς, από εκείνους που «θέλει ο κόσμος».


 Α. Κοκκίνου: Ηρώ, προέρχεσαι από μουσικόφιλη οικογένεια. Πόσο θεωρείς ότι η οικογένεια παίζει ρόλο στο να αναπτύξει ένα παιδί το καλλιτεχνικό του ταλέντο; Εσύ για παράδειγμα θα είχες την ίδια πορεία αν δεν υπήρχε αυτό το ευνοϊκό περιβάλλον;
mousikorama-ero-002  Ηρώ: Νομίζω ότι η οικογένεια είναι το πρωταρχικό στοιχείο που παίζει ρόλο κατ’ αρχήν στο να ακούμε ή να μην ακούμε μουσική. Το οικογενειακό περιβάλλον κυρίως κι λιγότερο το σχολείο μας δίνει τα πρώτα μας ερεθίσματα μέχρι σχεδόν τα δεκαπέντε μας χρόνια. Άρα, άσχετα με το ταλέντο, την κλίση ή οτιδήποτε άλλο, και μόνο το είδος της μουσικής που ακούμε στο σπίτι μας  και τα ερεθίσματα που έχουμε αρκούν. Φυσικά και με επηρέασε η οικογένειά μου-για να είμαι πιο λεπτομερής ο πατέρας μου άκουγε κλασσική μουσική, ήταν fan της όπερας, η μητέρα μου άκουγε πιο pop μουσική της εποχής της, ο αδερφός μου ήταν ροκάς φανατικός, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος από μένα κι αργότερα άκουγε  jazz…Οπότε καταλαβαίνεις ότι είχα πολυποίκιλα ερεθίσματα κι αυτό ήταν πολύ μεγάλη τύχη για μένα, γιατί πιστεύω ακράδαντα στην πολυσυλλεκτικότητα της μουσικής και στην πολυμορφία, ειδικά της τέχνης, γιατί  όταν δεν υπάρχει πολυμορφία δεν υπάρχει εξέλιξη.

 Α. Κοκκίνου: Και στην Τέχνη και γενικότερα… Σχετικά με την πολυμορφία που ανέφερες, να παρατηρήσω ότι αν κι εσύ καθιερώθηκες με κομμάτια μοντέρνα, ποιοτικής pop θα έλεγε κανείς, έχεις μια γκάμα πολύ μεγάλη σαν ερμηνεύτρια. Πιστεύεις ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να αφιερώνεται σε ένα είδος και αυτό να υπηρετεί σωστά ή να δοκιμάζεται σε διάφορα είδη και να πειραματίζεται συνέχεια σε καινούρια πράγματα;
mousikorama-ero-003  Ηρώ: Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της χώρας σε όλα τα επίπεδα, σε όλα τα επαγγέλματα και ειδικά στην Τέχνη είναι οι ταμπέλες. Μια ζωή οι Έλληνες έβαζαν ταμπέλες στους τραγουδιστές, στα είδη μουσικής στα πάντα. Αυτό είναι μοναδικό φαινόμενο. Στο εξωτερικό, εκτός από την παραδοσιακή μουσική και την κλασσική μουσική που είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο, κανένα άλλο είδος  δεν έχει ταμπέλες, ούτε και οι καλλιτέχνες. Αυτό το πράγμα που συμβαίνει στην Ελλάδα με έχει εξοργίσει και το λέω αυτό γιατί το ’99, όταν αποφάσισα να κάνω pop μουσική,  η pop που έκανα εγώ δεν είχε καμμία σχέση με την pop που προέκυψε μετά από δέκα χρόνια και με τον εκφυλισμό της  pop, επίσης. Επομένως, είναι άτοπο  να με κατατάξει κάποιος σαν pop τραγουδίστρια και να με βάλει δίπλα σε συναδέλφους που ασχολούνται με  ένα άλλο είδος, που κάνουν ένα διαφορετικό πράγμα από μένα. Δεν μπορείς, π.χ. να λες ότι η Ηρώ είναι pop τραγουδίστρια και η Φουρέϊρα κι ο Τσαλίκης είναι  pop τραγουδιστές επίσης. Δεν με προσβάλλει αυτό, απλώς δεν είμαστε όλοι το ίδιο πράγμα και δεν κάνουμε όλοι το ίδιο πράγμα. Δεν μπορείς να το ταυτοποιήσεις και να του βάλεις ταμπέλα του στυλ «Α, η Ηρώ είναι pop τραγουδίστρια» Και τι σημαίνει pop; Η μουσική αυτή, η pop ή popular από τη φύση της εμπεριέχει τεράστια γκάμα, αν θες κι αυτό που λέμε έντεχνο ή κι αυτό που αποκαλούμε «κουλτουριάρικο». Άρα είναι τόσο γελοίες πλέον αυτές οι ταμπέλες. Εγώ, από τότε που ξεκίνησε η καριέρα μου έως σήμερα περνάω δύσκολα ως προς το εξής: Οι ποιοτικοί με θεωρούν εμπορική και οι εμπορικοί με θεωρούν ποιοτική. Τι σημαίνει αυτό; Στα προγράμματά μου θα ακούσεις να λέω από κλασσικά κομμάτια μέχρι βαριά λαϊκά. Δεν πρέπει να βάζουμε όλα τα πράγματα μέσα σ’ ένα καζάνι και να τα ανακατεύουμε αλλά ούτε και να τους βάζουμε ταμπέλες.

 Α. Κοκκίνου: Η διάκριση μεταξύ εμπορικού και ποιοτικού ίσως είναι ακόμα μια ελληνική πρωτοτυπία…
mousikorama-ero-004  Ηρώ:  Άλλο αυτό, εμπορικό λέγοντας εννοούμε ότι κάποιοι βγάζουν πολλά λεφτά από αυτό ενώ άλλοι λιγότερα. Πρόκειται επίσης για μια κατάταξη άνευ ουσίας. Εγώ όταν ξεκίνησα τη μουσική την υπηρέτησα πρώτα ως δημιουργός και μετά ως τραγουδίστρια. Δεν με ενδιέφερε εμένα στη ζωή μου να γίνω τραγουδίστρια, αυτό προέκυψε από ευτυχείς συγκυρίες. Αλλά ουσιαστικά δεν επιτρέπεται ως μουσικός και ως δημιουργός να λέω στον εαυτό μου εγώ η ίδια ότι κάνω pop μουσική, ή ότι κάνω λαϊκή ή ό, τι ο καθένας βάλει με το μυαλό του, γιατί αυτό μου εμποδίζει την ίδια μου την εξέλιξη. Αν με καταχωρήσει κάποιος σε στυλ «α, εσύ γράφεις pop μουσική», είναι σαν να με φυλακίζει. Αυτό δεν μπορεί να υφίσταται γιατί μεγαλώνω, γεμίζω βιώματα, αναπτύσσομαι σαν άνθρωπος, σα σκέψη, διευρύνομαι και δεν μπορεί κανείς να μου πει ότι τη μουσική που έκανα στα δεκαεπτά μου, π.χ. θα την κάνω και στα σαράντα μου. Αυτό δε γίνεται πουθενά στον κόσμο. Οι Muse, για παράδειγμα, έκαναν ένα δίσκο με τον οποίο έχει γίνει χαμός σε παγκόσμιο επίπεδο, που είναι διαφορετικός απ’ ό, τι έχουν κάνει μέχρι τώρα. .Και μόνο η ηλικία που αλλάζει, σε οδηγεί και σε διαφορετικά μονοπάτια. Καλλιτέχνες και δημιουργοί είμαστε, όχι προϊόντα μιας βιομηχανίας (όπως την ονομάζουν οι «έξυπνοι»). Και τι σημαίνει «μουσική βιομηχανία;»Αυτή η λέξη, για μένα, είναι ο απόλυτος εξευτελισμός του καλλιτέχνη. Και αν τα reality θεώρησαν ότι αυτά τα παιδιά που βγαίνουν από κει θα κάνουν δόξα και λεφτά, το είδαμε το παραμύθι. Τα παιδιά αυτά ξεκίνησαν από το ψηλότερο σκαλοπάτι για να φτάσουν στο χαμηλότερο, ακριβώς την αντίστροφη πορεία από αυτή που ακολουθήσαμε όλοι οι υπόλοιποι. Μέσα σε μια νύχτα τους έμαθε όλη η Ελλάδα, μέσα σε μια νύχτα τους ξέχασε.

 Α. Κοκκίνου: Και υπήρχε αμέτρητος αριθμός συμμετοχών… Αυτό δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται ο κόσμος ότι μπορεί να χτίσει μια καριέρα τραγουδιστή.
mousikorama-ero-006  Ηρώ: Αυτό δείχνει έλλειψη παιδείας. Οι μισοί Έλληνες τραγουδούν και οι μισοί γράφουν στίχους. Ξέρεις πόσοι στίχοι έρχονται σε  εμένα; Χωρίς να θέλω να προσβάλλω τους ανθρώπους που μου τους στέλνουν, γιατί κάποιοι απ’ αυτούς έχουν ενδιαφέρον. Πραγματικά, όμως, οι μισοί  Έλληνες γράφουν στίχους. Είναι ωραίο αυτό, αλλά το ζήτημα είναι πίσω από ποια παιδεία το κάνεις. Γιατί με το πλούτο της ελληνικής γλώσσας και των λέξεων, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να σκαρώσει ένα στιχάκι. Τι σημαίνει αυτό; Ότι είναι στιχουργός; Ότι υπάρχει, αν θέλεις, κάποια ολοκληρωμένη άποψη και σκέψη γύρω από ένα θέμα; Όχι.

 Α. Κοκκίνου: Αυτή είναι μια μεγάλη συζήτηση..
  Ηρώ: Η συζήτηση αυτή είναι επί της παιδείας, κανενός άλλου πράγματος..

 Α. Κοκκίνου:  Σαν καλλιτέχνης πληρείς το τρίπτυχο «μουσικός-δημιουργός-ερμηνεύτρια» . Ποια από τις τρεις ιδιότητες θεωρείς πιο πολύ δική σου και αγαπάς περισσότερο;
  Ηρώ: Βεβαίως αυτή της δημιουργού. Όμως δεν παύω να σκέφτομαι πάντα πως όταν βρίσκομαι στη σκηνή είμαι ερμηνεύτρια και αυτό πρέπει να το υπηρετήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μου δόθηκε ένα χάρισμα, μικρό, μεγάλο δεν έχει σημασία, του να γράφω μουσική και να μπορώ να ερμηνεύω αξιοπρεπώς τα τραγούδια μου. Αυτό θέλω να το κάνω όσο καλύτερα μπορώ και να το μοιραστώ με τον κόσμο με τον καλύτερο τρόπο. Κάθε ιδιότητα είναι διαφορετική και η μία επηρεάζει την άλλη. Αν δεν ήμουν ερμηνεύτρια ή αν δεν είχα τις φωνητικές δυνατότητες που έχω  δεν ξέρω αν θα έγραφα με τον ίδιο τρόπο. Ο δημιουργός γράφει πάντα σύμφωνα με τις προσωπικές δυνατότητές του, ειδικά τα τραγούδια . Σιγοτραγουδάς μέσα σου, μελωδίες που μπορείς να σιγοτραγουδήσεις, όχι αυτές που δεν μπορείς, άρα αυτό που θα δημιουργήσεις θα είναι μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων σου. Αυτό εμένα με απελευθέρωσε πολύ και λόγω της ευκολίας που είχα στο τραγούδι βοηθήθηκα να γράψω και μελωδίες που είναι σχετικά δύσκολες.

nikos-laruggakis-atakto-paidi-lp Α. Κοκκίνου: Σε αυτό βοήθησε σίγουρα και η μουσική σου παιδεία. Και με αφορμή αυτό, ας μιλήσουμε λίγο για τη μουσική σου ιστορία. Με την ευκαιρία της συνέντευξης άκουσα το «Βοτσαλάκι», ένα όμορφο τραγούδι του Νίκου Λαρυγγάκη από τον πρώτο δίσκο όπου συμμετείχες ως ερμηνεύτρια. Πες μου κάποια πράγματα για την πρώτη σου αυτή δουλειά. Τη θυμάσαι με κάποια ιδιαίτερη συγκίνηση;
  Ηρώ: Δεν νιώθω ιδιαίτερη συγκίνηση γι’ αυτό  για να είμαι ειλικρινής. Αλλά να πω ότι ο Νίκος είναι ένα εξαιρετικό παιδί που έχει κάνει πολύ σοβαρές επιλογές ζωής κι έχει ακολουθήσει ζηλευτή στάση σε κάποια πράγματα. Αποφάσισε να πάει να ζήσει μόνος του στη Σκόπελο  και να  ανοίξει μια μουσική σχολή για να διδάσκει όσα έχει μάθει. Σε αυτό το πλαίσιο έφτιαχνε μουσική και τραγούδια κι έκανε κι ένα δίσκο. Αν τον γνωρίσεις, νομίζεις ότι είναι άνθρωπος από άλλη εποχή. Τους ανθρώπους αυτούς τους θαυμάζω γιατί σήμερα θέλει πολλά κότσια για να πάρεις τέτοιες αποφάσεις και ειδικά στο επάγγελμα που κάνουμε, που από τη φύση του έχει μια δόση φιλοδοξίας που τις περισσότερες φορές αγγίζει και τη ματαιοδοξία.

 Α. Κοκκίνου: Η φιλοδοξία κατά τον Πλάτωνα δεν είχε αρνητική έννοια..
  Ηρώ: Αυτό εξηγώ, η φιλοδοξία δεν είναι αρνητική αλλά σήμερα μιλάμε για ματαιοδοξία, που είναι φιλοδοξία χωρίς τέλος. Αυτό το διαρκές κυνήγι του χρήματος και της δόξας δεν έχει καμμία σχέση με την τέχνη.

irw wall 1 Α. Κοκκίνου: Σίγουρα όχι και ιδιαίτερα όσον αφορά την ιδιότητα του δημιουργού.
  Ηρώ: Ξέρεις, οι σημερινοί καλλιτέχνες έχουν μια τάση ματαιοδοξίας. Δε φταίνε οι ίδιοι όμως, φταίει η παιδεία τους. Δεν έχουν έρθει αντιμέτωποι με τον εαυτό τους, για να ξέρουν πού πρέπει να σταματήσουν. Εμείς μεγαλώσαμε με μια άλλη κουλτούρα… Εμένα η μητέρα μου έπαθε πανικό μόλις άκουσε ότι θα γίνω τραγουδίστρια, το ίδιο και ο πατέρας μου. Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, εμένα αυτό μου δημιούργησε αναστολές και «ισορροπίες» με αυτού του είδους τη ματαιοδοξία πολύ γρήγορα μέσα απ’ το ψυχολογικό θρίλερ που περνάμε όλοι μας προκειμένου ν’ αποδείξουμε στους γονείς μας πόσο καλά παιδιά είμαστε. Δεν κυνήγησα ποτέ ούτε το χρήμα ούτε την υπέρμετρη δόξα, την οποία μπορώ να σου πω ότι κράτησα και λίγο μακριά μου εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή της ζωής μου γύρω στο 2000 με 2002, εκείνα τα δύο χρόνια που είχα τρομακτική επιτυχία. Εγώ η ίδια οδήγησα τις καταστάσεις σε άλλου είδους ισορροπίες, γιατί κατάλαβα ότι αυτός ήταν ένας δρόμος που εμένα δε μου ταίριαζε πάρα πολύ-αυτός ο δρόμος της κορυφής όπου περπατάς έξω και σε κυνηγάνε όλοι, και κυκλοφορείς με security στις συναυλίες σου. Επειδή τα πέρασα αυτά, και είδα ότι δεν μου ταίριαζαν σαν τρόπος ζωής έκανα μόνη μου πίσω. Πώς; Σε ανύποπτη στιγμή (είναι συμπαντικά μερικά πράγματα) έμεινα έγκυος. Για μένα αυτή ήταν η προσωπική μου ισορροπία, την οποία αναζήτησα ασυνείδητα.

 Α. Κοκκίνου: Θα ήθελα να σταθούμε λίγο ακόμη στα χρόνια πριν τη μεγάλη επιτυχία, στην πρώτη σου προσωπική δουλειά. Μίλησέ μου γι’ αυτή.
 Iro - atima ta pragmata a Ηρώ: Λεγόταν «Άτιμα τα πράγματα», με τραγούδια του Μίνωα Μάτσα, του Καργίδη, ένα της Νινής Ζαχά και δύο δικά μου. Αυτός ήταν ο πραγματικός πρώτος δίσκος για μένα, σε σχέση με την ερώτηση που μου έκανες προηγουμένως, γιατί ξαφνικά βρέθηκα στο στούντιο με το μεγαλύτερο παραγωγό της Ελλάδας, τον Αχιλλέα Θεοφίλου. Είχα απέναντί μου έναν άνθρωπο που ήξερα ότι η μισή ελληνική δισκογραφία έχει περάσει από τα χέρια του και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι μου συνέβαινε αυτό και το ότι ήταν εκεί στο στούντιο μαζί μου να με καθοδηγεί ως παραγωγός. Αυτό ήταν για μένα ένα όνειρο, ήμουν πολύ τυχερή που βρέθηκα δίπλα του. Έμαθα πολλά πράγματα από αυτή τη συνεργασία καλά και κακά-γιατί πάντα, όταν μαθαίνεις, τα μαθαίνεις όλα αν είσαι ανοικτός και δε βλέπεις μόνο αυτά που θέλεις να δεις-, άσχετα με το ότι αυτός ο δίσκος δεν είχε καμμία επιτυχία. Δεν ακούστηκε καθόλου, ήταν βαριά «κουλτουριάρικος» δίσκος, αλλά ήταν για μένα φοβερή στιγμή. Εκεί έζησα και το πρώτο ερωτηματικό της ζωής μου, όταν ο Μάκης ο Μάτσας μου ζήτησε να τραγουδήσω ένα τσιφτετέλι στο δίσκο. Εγώ του απάντησα «Εγώ δεν έχω αντίρρηση να τραγουδήσω ό, τι θέλετε, αλλά με το physique που έχω μπορώ να το υποστηρίξω αυτό το πράγμα;» «Γιατί, -μου λέει- πιστεύεις ότι δεν μπορείς;» «Βεβαίως και δεν μπορώ-απάντησα- δεν είναι το ύφος μου». Τελικά το τραγούδησε μια άλλη συνάδελφος και είχε μεγάλη επιτυχία (γέλια). Φυσικά και δεν το μετάνιωσα ποτέ, γιατί πραγματικά δεν μπορούσα να το υποστηρίξω και θα ήταν γελοίο ακόμα και να υπάρχει. Δε θα βρισκόμουν ποτέ σε μεγάλες πίστες, δε θα μπορούσα να κάνω αυτά που χρειάζεται να κάνει κανείς για να υποστηρίξει αυτό το είδος της μουσικής.

 Α. Κοκκίνου: Εξ’ άλλου, τι υποθετικά θα γινόταν αν ……είναι κάτι που κανείς δεν γνωρίζει. Πηγαίνοντας ακόμα πιο πίσω στη μουσική σου ιστορία, διάβασα ότι εσύ πριν κάνεις δισκογραφία δούλευες ήδη κάποια χρόνια ως μουσικός.
  Ηρώ: Φυσικά! Δουλεύω από 17,5 χρονών. Μόλις τέλειωσα το σχολείο άρχισα να δουλεύω παίζοντας πιάνο σε ξενοδοχεία και μετά σε ένα χώρο μουσικό. Στην αρχή δεν τραγουδούσα καθόλου, αυτό προέκυψε περίπου ένα χρόνο μετά, όταν χρειάστηκε να λείψει η τραγουδίστρια κι εγώ είπα «καλά βρε παιδιά, δεν είναι τίποτα, θα τα πω εγώ τα κομμάτια». Τραγούδησα και μού ’μεινε…

hrw-psyxremia Α. Κοκκίνου: Στέκομαι σε αυτή τη λεπτομέρεια και σε σχέση με την προηγούμενή μας κουβέντα για το πώς κάνουν την αρχή οι νέοι τραγουδιστές. Πιστεύεις ότι είναι το να περάσεις κάποια χρόνια παίζοντας για το μεροκάματο σε διάφορα μέρη είναι απαραίτητο στάδιο για την ωριμότητα του καλλιτέχνη ή είναι καλύτερα να πηγαίνει κατ’ ευθείαν στο στόχο του και να μη σπαταλιέται μέσα στη νύχτα;
  Ηρώ: Κάθε βήμα είναι μία εμπειρία και κάθε εμπειρία ένα λιθαράκι σε αυτό που θέλεις να χτίσεις για την προσωπικότητά σου. . Αυτό συμβαίνει  με όλα μας τα βιώματα, αν κι εφ’ όσον κάποιος έχει ανοιχτά τα μάτια του σε αυτά, γιατί  ξέρω ανθρώπους που ζουν πολλά πράγματα αλλά στο τέλος δεν τους μένει τίποτα. Μην ξεχνάμε πως οτιδήποτε κάνουμε στη ζωή μας το κάνουμε ασυνείδητα κυνηγώντας την προσωπική μας τελειότητα.

 Α. Κοκκίνου: Υπάρχει προσωπική τελειότητα;
Ηρώ: Φυσικά και δεν υπάρχει, αλλά ο άνθρωπος τείνει προς αυτήν, την επιθυμεί, γιατί η φύση του είναι άπληστη, όπως έχει πει κι ο Σεφέρης.

 Α. Κοκκίνου: Για τον εαυτό του την επιθυμεί ή για τους άλλους;
  Ηρώ: Για τον εαυτό του, βέβαια! Ας είμαστε ειλικρινείς κι ας μην παίζουμε με τις λέξεις! Απλώς, μεγαλώνοντας αυτού του είδους η προσωπική αναζήτηση πρέπει να έχει σαν απόληξη το ανθρωποκεντρικό και όχι το εγωκεντρικό. Όταν γίνει εγωκεντρική αυτή η αναζήτηση, είναι ματαιοδοξία. Όταν απλωθεί στους ανθρώπους γύρω μας που περπατούν, κάθονται σκυφτοί, είναι χαμογελαστοί, γελάνε με τους φίλους τους, περνάνε ωραία, δακρύζουν… γίνεται ανθρωποκεντρική και αυτό μας οδηγεί και στην καλύτερη γνώση του εαυτού μας εν τέλει. Επομένως, απαντώντας στην ερώτησή σου σχετικά με τη δουλειά μου, όλη αυτή η διαδρομή είτε νύχτα, είτε συναυλίες, με οιονδήποτε τρόπο έχει γίνει, είναι για μένα η ίδια μου η ζωή, αυτό που είμαι σήμερα.

 Α. Κοκκίνου: Το 1999 έφτασες πολύ κοντά στο να είσαι η ελληνική συμμετοχή στη Eurovision με το τραγούδι «Τίποτα». Ο θεσμός έχει λάτρεις αλλά του καταμαρτυρούνται και διάφορα. Εσένα ποια είναι η άποψή σου;
mousikorama-ero-007  Ηρώ:  Όταν το έκανα αυτό ήμουν στην αρχή του να γράφω αυτού του είδους τη μουσική και θεωρώ ότι η εμφάνιση τότε με το τραγούδι αυτό κι ένα πιάνο θα ήταν πραγματικά ιδιαίτερη. Σήμερα ο θεσμός της Eurovision και  συνολικά αυτό το status έχει εκφυλιστεί. Όπως κάτσει, ό, τι κάτσει, να πουλήσουμε και λίγο τρέλα.. Έπαψε να είναι μουσικός θεσμός και αφορά περισσότερο την εικόνα, είναι ευκαιρία να περάσουμε καλά και να γελάσουμε και όχι ευκαιρία ανάδειξης φωνών, όπως  ήταν κάποτε. Δεν υπάρχει σχέση με την εποχή που βγήκε η Celine Dion ή η Βίκυ Λέανδρος. Αλλά όλα δεν έχουν εκφυλιστεί; Κι ο Έλληνας εδώ και πάνω από δεκαπέντε χρόνια  βγαίνει έξω για να περάσει καλά και να διασκεδάσει, όχι για να ακούσει μουσική. Ο όρος live στην Ελλάδα είναι εκφυλισμένος από την αρχή του. Είναι εξαιρετικά σπάνιοι οι χώροι όπου κάποιος το βουλώνει κι ακούει μουσική. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν music hall στην Ελλάδα. Ένας τέτοιος χώρος θα πρέπει να είναι θεατρικός, να σου επιβάλλει ότι θα ακούσεις μουσική  χωρίς να φας να πιεις ή να μιλήσεις στο διπλανό σου. Το music hall έχει ακριβώς την αίσθηση ότι  να πάω ν’ ακούσω ένα καλλιτέχνη να τραγουδάει, αλλιώς το να πάω  και να κουβεντιάζω με τους φίλους μου αυτά που όλη μέρα λέμε και στο τηλέφωνο δεν έχει καμμία ουσία. Γι’ αυτό είμαι πολύ επιφυλακτική στον όρο «live», στην παιδεία και στον τρόπο που ακούνε μουσική οι Έλληνες. Δεν μιλάω υποτιμητικά για τους Έλληνες αλλά είναι γεγονός ότι στο εξωτερικό υπάρχουν χώροι που πάει ο κόσμος κι ακούει μουσική. Μιλάμε για συναυλία των 20.000 ατόμων που το βουλώνουν κι ακούνε. Βλέπεις σε συναυλία της Barbara Streisand  8.000-10.000 ανθρώπους και να μη μιλάει κανείς, για να την ακούσουν. Εδώ δεν υπάρχει αυτή η παιδεία. Ο Έλληνας θα βγει για να πει τα δικά του, να διασκεδάσει και πού και πού να σιγοψιθυρίσει κι  ένα τραγούδι μαζί με αυτόν τον έρμο που είναι πάνω και τραγουδάει. Σ τα live που κάνω με ένα πιάνο, η εικόνα είναι από τη φύση της minimal και στεγνή, και επιβάλλει με έναν τρόπο την ησυχία χωρίς να το θέλεις. Το έχω καταφέρει αυτό αλλά σε μικρούς χώρους, της τάξης των 200-300 ατόμων, όχι παραπάνω. Είναι γενικά δύσκολο να το πετύχεις αυτό.

mousikorama-ero-008 Α. Κοκκίνου: Μεγάλη και πικρή η συζήτηση αυτή… Ας έρθουμε λίγο σε ένα θέμα που αφορά την ιδιότητά σου σαν δημιουργός. Πιστεύεις ότι υπάρχει πράγματι ιδιαιτερότητα, το «άρωμα γυναίκας» στην γυναικεία δημιουργία, ή πρόκειται για έναν ακόμη μύθο της αγοράς;
  Ηρώ: Η γυναικεία φύση έχει τη δημιουργία μέσα της. Από τη στιγμή που μπορεί να αναπαράγει τον εαυτό της, είναι δημιουργός κι αυτό την καθιστά από θέση σε διαφορετική μοίρα από έναν άνδρα. Αυτό έχει τα καλά του και τα κακά του. Μια γυναίκα για να δημιουργήσει θα πρέπει να την πνίγει πάρα πολύ αυτό που θέλει να βγάλει, να έχει ξεπεράσει τον εαυτό της. Ο ίδιος της ο εαυτός είναι δημιουργός , άρα δεν έχει την ανάγκη της αναζήτησης της δημιουργίας. Αυτό μπορεί να ακούγεται βαθιά φιλοσοφικό αλλά είναι μια πραγματικότητα. Ο Άνδρας αναζητά διαρκώς τη δημιουργία γιατί δεν την έχει στη φύση του. Γι’ αυτό κατά ένα τεράστιο ποσοστό υπερτερούν οι άνδρες δημιουργοί, οι γυναίκες δημιουργοί είναι ελάχιστες στην παγκόσμια ιστορία. Σκέψου, μία ήταν η Σαπφώ.

 Α. Κοκκίνου:  Αυτό όμως οφείλεται και σε κοινωνικούς λόγους.
  Ηρώ:  Δεν είναι μόνο οι κοινωνικοί λόγοι, είναι και η φύση. Και σήμερα, που δεν υπάρχουν κοινωνικοί λόγοι, πόσοι είναι οι άνδρες και πόσες οι γυναίκες;

 Α. Κοκκίνου:  Έχουν αυξηθεί όμως τα νούμερα…
  Ηρώ: Έχουν αυξηθεί ίσως τα νούμερα γιατί αλλάζει ο τρόπος σκέψης, δεν παύει όμως η γυναίκα να έχει τη δημιουργία στο DNA της.

 Α. Κοκκίνου:  Πιστεύεις ότι στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί η εικόνα και η θέση της γυναίκας μουσικού, τραγουδίστριας ή με όποια άλλη ιδιότητα βρίσκεται στη σκηνή; Ποιές είναι η δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην προσωπική και οικογενειακή της ζωή;
  Ηρώ: Στην Ελλάδα οι τραγουδίστριες περνούσαν από τα νυχτερινά μαγαζιά, από ρεμπετάδικα μέχρι κωλάδικα και δούλευαν  μέχρι τις πέντε και τις έξι το πρωί, μια εποχή που ήταν αδιανόητο οι γυναίκες να κυκλοφορούν τέτοιες ώρες και να δουλεύουν σε μαγαζιά. Είχε, λοιπόν, δημιουργηθεί μια εικόνα στο παρελθόν της περίεργης γυναίκας που κυκλοφορεί νύχτα, που πίνει, που καπνίζει…

mousikorama-ero-009 Α. Κοκκίνου: Οι «αρτίστες»…
  Ηρώ: Σε εισαγωγικά..Δεν έχει ,σίγουρα, ούτε είχε ποτέ καμμία σχέση το ένα με το άλλο. Οι δικηγόροι, οι γιατροί (και τα χρησιμοποιώ αυτά γιατί είναι επαγγέλματα εξαιρετικής ψευτιάς και πουριτανισμού) είχαν όλοι τον τίτλο του  πολίτη με «μέτρο» ζωής, γι ΄ αυτό ήταν πάντα στο απυρόβλητο. Δε συμβαίνει αυτό, πολλές φορές μάλιστα συμβαίνει και το αντίστροφο: Επειδή η φύση του ανθρώπου αναζητά συνεχώς πράγματα, όπως σου είπα και πριν, οι επιρρεπείς στις «ακολασίες», για να το πω λίγο παλιομοδίτικα, είναι περισσότερο οι άνθρωποι των δήθεν επαγγελμάτων και λιγότερο εμείς. Εμείς είμαστε μέσα στα πράγματα, τα βιώνουμε και αυτόματα δημιουργούμε αντιστάσεις. Ξέρεις τι γίνεται στη νύχτα, ξέρεις πώς γίνεται το «καμάκι»,  ξέρεις όλο αυτό το παιχνίδι που παίζεται με το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και ξέρεις και πώς να τοποθετηθείς απέναντι σε αυτό. Κάποιος φιλόσοφος είχε πει κάποτε «Χίλιες φορές ένας άνθρωπος ελεύθερος παρά ένας σκλάβος που σπάει τις αλυσίδες». Το ίδιο συμβαίνει κι εδώ. Όταν το επάγγελμά σου σε βάζει σε μια διαδικασία του να προσέχεις την κάθε σου κίνηση, όπως συμβαίνει π.χ. σε έναν δικαστικό, ένα γιατρό, σου δημιουργεί ταυτόχρονα και τρομερές πιέσεις εσωτερικές που δεν ξέρεις ποτέ πώς θα βγουν και σε ποια δεδομένη στιγμή. Εμείς είμαστε περισσότερο άνθρωποι της ζωής, της καθημερινότητας. Μπορούμε να δούμε τα πάντα: Δουλεύουμε τη νύχτα, βλέπουμε ανθρώπους πιωμένους -και τη βαριά περίπτωση και τον τύπο που κάνει την πλάκα του και αυτόν που πίνει ένα ποτό και περνάει ωραία. Την άλλη μέρα το πρωί, πηγαίνεις το παιδί σου στο σχολείο και βλέπεις κι αυτή την εικόνα. Άρα θεωρώ, προσωπικά, τον εαυτό μου πολύ πιο ανοικτό και πολύ πιο ανεκτικό στη ζωή την ίδια από έναν άνθρωπο που ζει αποστειρωμένος μέσα σ’ ένα δωμάτιο μπροστά στην τηλεόρασή του και δεν ξέρει πραγματικά τι συμβαίνει, πώς συμβαίνει και δεν ξέρει και το μέτρο, Γιατί ζώντας μέσα στην καθημερινότητα αυτή και στη νύχτα πραγματικά δημιουργείς μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής.
Πιστεύω ότι οι σημερινοί τραγουδιστές είναι σε πολλά επίπεδα πιο προσεκτικοί απ’ τους παλαιότερους, είναι εκ των πραγμάτων πιο μορφωμένοι και πιο καλλιεργημένοι (μην ξεχνάμε ότι μέχρι τη δεκαετία του ’70 υπήρχε ένα τεράστιο ποσοστό αναλφαβητισμού στην Ελλάδα), έχουν καταλάβει ότι πρέπει να προσέχουν τη φωνή τους και τη φυσική τους κατάσταση για να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες του επαγγέλματος. Νομίζω ότι σήμερα οι τραγουδιστές είναι, θα έλεγα, πιο επαγγελματίες.

mousikorama-ero-010 Α. Κοκκίνου: Εννοείς ότι αυτό τους βοηθάει να χειριστούν καλύτερα και τα θέματα της προσωπικής τους ζωής.
  Ηρώ: Φυσικά. Είναι και αποδεκτό το επάγγελμα πια. Έχει αλλάξει η εικόνα. Βλέπεις έναν τραγουδιστή ο οποίος ζει μια καθημερινή ζωή, πηγαίνει το παιδί του στο σχολείο, μαγειρεύει…

 Α. Κοκκίνου: Μιλώντας για παλιότερους τραγουδιστές μου έρχονται στο μυαλό διάφορες συνεργασίες σου με καταξιωμένους καλλιτέχνες αλλά και της νεώτερης γενιάς. Υπάρχουν κάποιες συνεργασία που θυμάσαι με ιδιαίτερη συγκίνηση; Τι γεύση σου άφησαν αυτές;
  Ηρώ: Πολλές γεύσεις, πολλές συνεργασίες με πολλούς καλλιτέχνες. Αυτές που μου έχουν μείνει είναι κατ’ αρχήν αυτή με την Αλέκα Κανελλίδου, η οποία είναι πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος με ιδιαίτερη κουλτούρα και εικόνα απέναντι στη  μουσική. Είχε ένα μέτρο κι αυτό με έκανε να τη θαυμάζω, ήξερε πότε έπρεπε να είναι στα πράγματα, πότε έπρεπε να αποχωρήσει, πράγμα που συμβαίνει σπάνια σε καλλιτέχνες, δηλαδή να γνωρίζουν πότε πρέπει να σταματήσουν ή να δουν την καριέρα τους με άλλο τρόπο. Αυτό που λέγαμε πριν για τη ματαιοδοξία… Η Αλέκα είναι ένας τέτοιος άνθρωπος. Την έχω εκτιμήσει και την αγαπάω  πολύ. Ήμουν πολύ νέα τότε, τη θαύμαζα, την παρακολουθούσα, ήξερα τα πάντα για τη δισκογραφία της και ήταν μεγάλη χαρά για μένα να συνεργαστούμε.
Η δεύτερη πολύ ωραία ανάμνησή μου είναι ο Γιώργος Μαρίνος. Εκεί αναγνώρισα τη μορφή του καλλιτέχνη σε όλα του τα επίπεδα. Με το χιούμορ του, τις υστερίες του, τη μοναδική δύναμή του πάνω στη σκηνή, την οποία αντλούσε από το ίδιο το σανίδι. Αυτό που έλεγαν παλιά «οι καλλιτέχνες στο σανίδι», εγώ το έζησα με το Γιώργο στο έπακρο. Άνθρωπος με αστείρευτο ταλέντο που δε σταματούσε πουθενά, τον υπερσκέλιζε. Καθόταν να πιεί καφέ μαζί σου και ο τρόπος συμπεριφοράς του ήταν εξαιρετικά καλλιτεχνικός, πράγμα που δε συμβαίνει συνήθως στους καλλιτέχνες. Αυτή την καλλιτεχνική φύση από την κορυφή μέχρι τα νύχια δεν τη βλέπεις σήμερα. Βλέπεις καλλιτέχνες μυαλωμένους, μορφωμένους, που ξέρουν πώς να χειριστούν τα πράγματα, επιχειρηματίες για τον εαυτό τους. Αυτή η καλλιτεχνική φύση του Μαρίνου που ξεπερνούσε τον ίδιο ήταν μοναδική εμπειρία για μένα. Ήταν ένα πράγμα εξωτικό, αέρινο, δεν πατούσε στη γη.

Ero Ianos1 Α. Κοκκίνου:  Αυτό το αέρινο της καλλιτεχνικής φύσης που ανέφερες μου έβαλε ιδέες..Μπαίνω  στον πειρασμό, τελειώνοντας, να σου κάνω μία «εκτός προγράμματος» ερώτηση..Οι καλλιτέχνες έχουν συχνά  «φαντασιώσεις». Άλλος φαντασιώνεται ότι παίζει κιθάρα πλάι το Robert Plant,  άλλος ότι ερμηνεύει  Prokopiev  σε μια μεγάλη αίθουσα συναυλιών, άλλος ότι τραγουδάει με το Μάνο Χατζηδάκι και πάει λέγοντας.  Θα ήθελα να σε ρωτήσω ποια είναι η δική σου καλλιτεχνική  φαντασίωση, αν υπάρχει.
  Ηρώ: Υπήρχε όταν ήμουν μικρότερη, τώρα δεν έχω πια. Το όνειρό μου ήταν να τραγουδήσω με τη Barbara Streisand. Αυτό ήταν και το ίνδαλμά μου από μικρή κι έχει σημασία για μένα, γιατί οι στόχοι που είχα θέσει στον εαυτό μου ήταν πολύ υψηλοί.  Έχει μεγάλη σημασία- είναι άλλο να έχεις ως πρότυπο τον τάδε ή το δείνα τραγουδιστή κι άλλο να έχεις ως πρότυπο μία τραγουδίστρια όπως η Streisand, που είναι μία από τις μοναδικές φωνές του 20ού αιώνα. Δεν ξέρω κάθε πότε βγαίνουν φωνές με τέτοιες δυνατότητες. Αν υποθέσουμε ότι είχα μια τέτοιου είδους «φαντασίωση», όπως την είπες, θα ήταν αυτή.

Η Ηρώ θα βρίσκεται το Σάββατο 20 Απριλίου στον ΙΑΝΟ για να παρουσιάσει, με συντροφιά ένα πιάνο την παράσταση – ρεσιτάλ με τίτλο "Μόνο Εμείς", με τραγούδια από την ελληνική και διεθνή δισκογραφία.
Το Σάββατο 27 Απριλίου, η Ηρώ θα επαναλάβει στο Half Note την επιτυχημένη της παράσταση με τραγούδια της Shirley Bassey, καθώς  και κομμάτια από ταινίες του θρυλικού James Bond που χαρακτήρισαν τον διεθνή κινηματογράφο και άλλα τραγούδια του διεθνούς ρεπερτορίου. Μαζί της θα εμφανιστούν ο Μιχάλης Κατσαρός στα πλήκτρα και ο Daniel Adegbola στο μπάσο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου